06/01/2024

Με αφορμή την αφυπηρέτηση της Προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας κ. Αγγελικής Κοτταρίδη άρθρο του Δημήτρη Αθανασούλη Προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων

Η Αγγελική Κοτταρίδη αφυπηρετεί από την Αρχαιολογική Υπηρεσία παραδίδοντας στο κοινό το opus magnum της, το αναστηλωμένο ανάκτορο του Φιλίππου. Ανεξάρτητα πώς θα συνεχίσει την ξέφρενη πορεία της στον αρχαιολογικό στίβο, το έργο της στο μνημείο αποτελεί ένα ορόσημο όχι μόνο για την ίδια, τις Αιγές και την Μακεδονία αλλά για τα αρχαιολογικά πράγματα στην Ελλάδα και στον κόσμο. Αυτό που έκανε η Αγγελική στις Αιγές δεν έχει προηγούμενο.
Η Αγγελική σχεδίασε και υλοποίησε το διαχειριστικό σχέδιο που το ονόμασε Πολυκεντρικό Μουσείο Αιγών με την νεκρόπολη με τους τάφους των Τημενιδών, το ανάκτορο με το θέατρο, το επιτόπιο μουσείο των Βασιλικών Τάφων και την κεντρική μουσειακή μονάδα. Σήμερα έχουμε την τύχη να θαυμάσουμε την ολοκλήρωση αυτού του τιτάνιου έργου.
Με την ολόφρεσκη αναστήλωση του ανακτόρου που θαυμάζουμε, προσφέρεται στον επισκέπτη η μοναδική εμπειρία της περιήγησης σε ένα εντυπωσιακό δημόσιο κτήριο, ενταγμένο στο αλώβητο μακεδονικό τοπίο. Ο εμβληματικός χαρακτήρας του μνημείου και η πρωτοποριακή του σύνθεση προβάλλουν μια συνεκδοχική μαρτυρία της σημασίας των Αιγών ως πολιτικού και καλλιτεχνικού κέντρου της κλασικής αρχαιότητας. Από την άλλη, η ανάδειξή του ως αρχετυπικού προτύπου για τον αναδυόμενο Ελληνιστικό Κόσμο, υποστηρίζει ευθέως τον σχεδιασμό της Αγγελικής να προβληθεί ο ρόλος των Αιγών ως η μήτρα της Ελληνιστικής Οικουμένης.
Το θεματικό μουσείο των θησαυρών, μέσα στο κέλυφος που αναπαράγει τον τύμβο των Βασιλικών Τάφων, εξακολουθεί να αποτελεί το κεντρικό έκθεμα των Αιγών. Η κατά χώραν έκθεση αυτών των μοναδικών θησαυρών που οραματίστηκε και υλοποίησε η Κοτταρίδη, παραμένει, δεκαετίες μετά την ολοκλήρωσή της, μακράν η κορυφαία στιγμή μουσειακής σύνθεσης όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αναγνωρίζοντας ότι η περιήγηση στο ανάκτορο και η έκθεση των Βασιλικών Τάφων είναι απολύτως μοναδικές ως εμπειρίες, στο κεντρικό μουσείο η Αγγελική σχεδίασε μια έκθεση που δεν επιχειρεί να τις ανταγωνιστεί. Αντίθετα, η νέα μουσειακή υποδομή σχεδιάστηκε για να λειτουργήσει συμπληρωματικά.
Η Αγγελική, μετά από την μακρά της διαδρομή στην Βεργίνα, ως ερευνήτρια, επιμελήτρια και τελικά έφορος, δεν εκπλήρωσε απλώς την επιθυμία του Μανόλη Ανδρόνικου. Συνέλαβε και υπηρέτησε ένα ακόμη ευρύτερο, προσωπικό της όραμα: οι Αιγές να καταστούν όχι μόνο παγκόσμιο σύμβολο της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας, αλλά, ταυτόχρονα, να συνδεθούν με κάτι πολύ μεγαλύτερο: την κληρονομιά της Αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δηλαδή τον κοσμοπολιτικό ελληνισμό. Η Ελλάδα, μέσω των Αιγών, να ξανασυνδεθεί με την Ελληνιστική Οικουμένη και να διεκδικήσει τον ρόλο της προβολής μιας κληρονομιάς που άλλαξε τον κόσμο. Κυρίως μέσα από το ψηφιακό έργο Μέγας Αλέξανδρος, να αναδειχθούν οι Αιγές, ως το λίκνο του Ελληνιστικού Κόσμου και να φωτιστούν τα επιτεύγματα του σπουδαίου πολιτισμού που θεμελίωσε ο Αλέξανδρος και υπηρέτησαν οι επίγονοί του.
Η Αγγελική υπηρέτησε το όραμά της με ιεραποστολικό πάθος. Αξιοποίησε στο έπακρο τα εργαλεία που της παρείχε η Αρχαιολογική Υπηρεσία, δηλαδή το ισχυρό θεσμικό πλαίσιο προστασίας και τις υψηλές χρηματοδοτήσεις από τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Την ίδια στιγμή, ξεπέρασε τις θεσμικές αγκυλώσεις, την τερατώδη γραφειοκρατία, τον φθόνο των ομοτέχνων της, τις μυωπικές μικροπολιτικές πιέσεις και οικοδόμησε την ιδεατή βασιλική μητρόπολη των Αιγών.
Κνωσσός, Μυκήνες, Ακρόπολη, Δελφοί, Ολυμπία, Δήλος, Μυστράς: από τους εμβληματικούς χώρους πάνω στους οποίους οικοδομήθηκε η ιστορική ταυτότητα της Ελλάδας, έλειπε η Μακεδονία και ο ελληνιστικός κόσμος. Αυτό το κενό κάλυψε η Αγγελική με τις Αιγές της.
Η Αγγελική Κοτταρίδη είναι η ενσάρκωση της έννοιας Δημόσια Αρχαιολογία. Η Αγγελική απέδειξε πώς ένας αρχαιολόγος μπορεί με το έργο του να ξαναγράψει την Ιστορία του Κόσμου.